Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το γαριδάκι τα γαριδάκια
      γενική
    αιτιατική το γαριδάκι τα γαριδάκια
     κλητική γαριδάκι γαριδάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
 
γαριδάκια, το σνακ

  Ετυμολογία επεξεργασία

γαριδάκι < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

γαριδάκι ουδέτερο

  1. μικρή γαρίδα
  2. τηγανητό παιδικό σνακ με γεύση τυριού

  Μεταφράσεις επεξεργασία