Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
βραχυντικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
βραχυντικ
ός
η
βραχυντικ
ή
το
βραχυντικ
ό
γενική
του
βραχυντικ
ού
της
βραχυντικ
ής
του
βραχυντικ
ού
αιτιατική
τον
βραχυντικ
ό
τη
βραχυντικ
ή
το
βραχυντικ
ό
κλητική
βραχυντικ
έ
βραχυντικ
ή
βραχυντικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
βραχυντικ
οί
οι
βραχυντικ
ές
τα
βραχυντικ
ά
γενική
των
βραχυντικ
ών
των
βραχυντικ
ών
των
βραχυντικ
ών
αιτιατική
τους
βραχυντικ
ούς
τις
βραχυντικ
ές
τα
βραχυντικ
ά
κλητική
βραχυντικ
οί
βραχυντικ
ές
βραχυντικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
βραχυντικός
<
βραχύνω
+
-τικός
Επίθετο
επεξεργασία
βραχυντικός
που έχει
σχέση
με την
βράχυνση
, αναφέρεται σ' αυτή ή συντελεί σ' αυτή
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τις λέξεις
βραχύνω
και
βραχύς
Μεταφράσεις
επεξεργασία
βραχυντικός
αγγλικά
:
abbreviatory
(en)