βιτριολισμός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- βιτριολισμός < μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική vitriolisation. Για την επίθεση με βιτριόλι, απόδοση για την αγγλική acid attack. Αντίστοιχο του: βιτριόλ(ι) + -ισμός • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
επεξεργασίαβιτριολισμός αρσενικό
- επίθεση με ρίψη βιτριολιού
- (χημεία) σχηματισμός βιτριολιού
Μεταφράσεις
επεξεργασία βιτριολισμός