↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική τα βιοτικά
      γενική των βιοτικών
    αιτιατική τα βιοτικά
     κλητική βιοτικά
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
βιοτικά < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου βιοτικός

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /vi.o.tiˈka/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

βιοτικά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

  1. τα σχετικά με τον βίο
  2. τα απαραίτητα για τη ζωή και την επιβίωση κάποιου, τα στοιχειώδη, τα χρειαζούμενα

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία

βιοτικά