απαραίτητα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- απαραίτητα < απαραίτητος + -α
Επίρρημα επεξεργασία
απαραίτητα
Άλλες μορφές επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
απαραίτητα
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
απαραίτητα
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του απαραίτητος