Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αυτοχρηματοδοτούμενος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
αυτοχρηματοδοτούμεν
ος
η
αυτοχρηματοδοτούμεν
η
το
αυτοχρηματοδοτούμεν
ο
γενική
του
αυτοχρηματοδοτούμεν
ου
της
αυτοχρηματοδοτούμεν
ης
του
αυτοχρηματοδοτούμεν
ου
αιτιατική
τον
αυτοχρηματοδοτούμεν
ο
την
αυτοχρηματοδοτούμεν
η
το
αυτοχρηματοδοτούμεν
ο
κλητική
αυτοχρηματοδοτούμεν
ε
αυτοχρηματοδοτούμεν
η
αυτοχρηματοδοτούμεν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
αυτοχρηματοδοτούμεν
οι
οι
αυτοχρηματοδοτούμεν
ες
τα
αυτοχρηματοδοτούμεν
α
γενική
των
αυτοχρηματοδοτούμεν
ων
των
αυτοχρηματοδοτούμεν
ων
των
αυτοχρηματοδοτούμεν
ων
αιτιατική
τους
αυτοχρηματοδοτούμεν
ους
τις
αυτοχρηματοδοτούμεν
ες
τα
αυτοχρηματοδοτούμεν
α
κλητική
αυτοχρηματοδοτούμεν
οι
αυτοχρηματοδοτούμεν
ες
αυτοχρηματοδοτούμεν
α
ομάδα 'εισαγόμενος'
,
Κατηγορία
όπως «
εισαγόμενος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Μετοχή
επεξεργασία
αυτοχρηματοδοτούμενος
μετοχή
παθητικού
ενεστώτα
του ρήματος
αυτοχρηματοδοτούμαι
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αυτοχρηματοδοτούμενος