Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αυτοονομαζόμενος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Μετοχή
1.1.1
Άλλες μορφές
1.1.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
αυτοονομαζόμεν
ος
η
αυτοονομαζόμεν
η
το
αυτοονομαζόμεν
ο
γενική
του
αυτοονομαζόμεν
ου
της
αυτοονομαζόμεν
ης
του
αυτοονομαζόμεν
ου
αιτιατική
τον
αυτοονομαζόμεν
ο
την
αυτοονομαζόμεν
η
το
αυτοονομαζόμεν
ο
κλητική
αυτοονομαζόμεν
ε
αυτοονομαζόμεν
η
αυτοονομαζόμεν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
αυτοονομαζόμεν
οι
οι
αυτοονομαζόμεν
ες
τα
αυτοονομαζόμεν
α
γενική
των
αυτοονομαζόμεν
ων
των
αυτοονομαζόμεν
ων
των
αυτοονομαζόμεν
ων
αιτιατική
τους
αυτοονομαζόμεν
ους
τις
αυτοονομαζόμεν
ες
τα
αυτοονομαζόμεν
α
κλητική
αυτοονομαζόμεν
οι
αυτοονομαζόμεν
ες
αυτοονομαζόμεν
α
ομάδα 'εισαγόμενος'
,
Κατηγορία
όπως «
εισαγόμενος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Μετοχή
επεξεργασία
αυτοονομαζόμενος
μετοχή
παθητικού
ενεστώτα
αυτοονομάζομαι
Άλλες μορφές
επεξεργασία
αυτονομαζόμενος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αυτοονομαζόμενος