Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αυτοματικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Δείτε επίσης
:
αυτοματισμός
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
αυτοματικ
ός
η
αυτοματικ
ή
το
αυτοματικ
ό
γενική
του
αυτοματικ
ού
της
αυτοματικ
ής
του
αυτοματικ
ού
αιτιατική
τον
αυτοματικ
ό
την
αυτοματικ
ή
το
αυτοματικ
ό
κλητική
αυτοματικ
έ
αυτοματικ
ή
αυτοματικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
αυτοματικ
οί
οι
αυτοματικ
ές
τα
αυτοματικ
ά
γενική
των
αυτοματικ
ών
των
αυτοματικ
ών
των
αυτοματικ
ών
αιτιατική
τους
αυτοματικ
ούς
τις
αυτοματικ
ές
τα
αυτοματικ
ά
κλητική
αυτοματικ
οί
αυτοματικ
ές
αυτοματικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
αυτοματικός
<
αυτόματος
+
-ικός
Επίθετο
επεξεργασία
αυτοματικός
(
παρωχημένο
)
αυθόρμητος
(
παρωχημένο
)
αυτόματος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αυτοματικός
→
δείτε
τις λέξεις
αυθόρμητος
και
αυτόματος