Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αυτοβιογραφούμενος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
αυτοβιογραφούμεν
ος
η
αυτοβιογραφούμεν
η
το
αυτοβιογραφούμεν
ο
γενική
του
αυτοβιογραφούμεν
ου
της
αυτοβιογραφούμεν
ης
του
αυτοβιογραφούμεν
ου
αιτιατική
τον
αυτοβιογραφούμεν
ο
την
αυτοβιογραφούμεν
η
το
αυτοβιογραφούμεν
ο
κλητική
αυτοβιογραφούμεν
ε
αυτοβιογραφούμεν
η
αυτοβιογραφούμεν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
αυτοβιογραφούμεν
οι
οι
αυτοβιογραφούμεν
ες
τα
αυτοβιογραφούμεν
α
γενική
των
αυτοβιογραφούμεν
ων
των
αυτοβιογραφούμεν
ων
των
αυτοβιογραφούμεν
ων
αιτιατική
τους
αυτοβιογραφούμεν
ους
τις
αυτοβιογραφούμεν
ες
τα
αυτοβιογραφούμεν
α
κλητική
αυτοβιογραφούμεν
οι
αυτοβιογραφούμεν
ες
αυτοβιογραφούμεν
α
ομάδα 'εισαγόμενος'
,
Κατηγορία
όπως «
εισαγόμενος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Μετοχή
επεξεργασία
αυτοβιογραφούμενος
μετοχή
παθητικού
ενεστώτα
του ρήματος
αυτοβιογραφούμαι
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αυτοβιογραφούμενος