απερίτεχνος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- απερίτεχνος < α- + περίτεχνος
Επίθετο επεξεργασία
απερίτεχνος
- που δεν είναι περίτεχνος
Αντώνυμα επεξεργασία
Συγγενικά επεξεργασία
- απερίτεχνα
- → δείτε τις λέξεις περί και τέχνη
Μεταφράσεις επεξεργασία
απερίτεχνος
|