αντιπροσωπευτικός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- αντιπροσωπευτικός < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο επεξεργασία
αντιπροσωπευτικός -ή -ό
- που λειτουργεί με τη μεσολάβηση αντιπροσώπων
- αντιπροσωπευτική δημοκρατία
- που αντιπροσωπεύει σωστά ένα σύνολο
- ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
αντιπροσωπευτικός