αντιιμπεριαλιστικός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- αντιιμπεριαλιστικός < αντι- + ιμπεριαλιστικός
Επίρρημα επεξεργασία
αντιιμπεριαλιστικός
- που αντιτίθεται στον ιμπεριαλισμό
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη ιμπεριαλισμός
Μεταφράσεις επεξεργασία
αντιιμπεριαλιστικός
|