ανισόπεδος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
ανισόπεδος
- που βρίσκεται σε διαφορετικό επίπεδο από κάτι άλλο
- ανισόπεδη διάβαση
- που αποτελείται από τμήματα τα οποία είναι τοποθετημένα σε διαφορετικά επίπεδα
- ανισόπεδος κόμβος
Αντώνυμα επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
ανισόπεδος
|