Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ανιονικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Αντώνυμα
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
ανιονικ
ός
η
ανιονικ
ή
το
ανιονικ
ό
γενική
του
ανιονικ
ού
της
ανιονικ
ής
του
ανιονικ
ού
αιτιατική
τον
ανιονικ
ό
την
ανιονικ
ή
το
ανιονικ
ό
κλητική
ανιονικ
έ
ανιονικ
ή
ανιονικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
ανιονικ
οί
οι
ανιονικ
ές
τα
ανιονικ
ά
γενική
των
ανιονικ
ών
των
ανιονικ
ών
των
ανιονικ
ών
αιτιατική
τους
ανιονικ
ούς
τις
ανιονικ
ές
τα
ανιονικ
ά
κλητική
ανιονικ
οί
ανιονικ
ές
ανιονικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
ανιονικός
<
ανιόν
, (
αντιδάνειο
)
αγγλική
anionic
Επίθετο
επεξεργασία
ανιονικός, -η, -ο
(
χημεία
): ο σχετικός με
ανιόν
ανιονικός
πολυμερισμός
,
ανιονικό
σύμπλοκο
Αντώνυμα
επεξεργασία
^
κατιονικός
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ανιονικός