ανεμόφαντος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /a.neˈmo.fan.dos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐νε‐μό‐φαν‐τος
Επίθετο
επεξεργασίαανεμόφαντος -η -ο
- που εξαφανίζεται ξαφνικά
Μεταφράσεις
επεξεργασία ανεμόφαντος
|