Ετυμολογία

επεξεργασία
εξαφανίζομαι: παθητική φωνή του ρήματος εξαφανίζω

εξαφανίζομαι

  1. χάνομαι
  2. δεν έχω επικοινωνία με κάποιον

Εκφράσεις

επεξεργασία
  • εξαφανίζομαι από προσώπου γης

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία