• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

αναμειγμένος

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο αναμειγμένος η αναμειγμένη το αναμειγμένο
      γενική του αναμειγμένου της αναμειγμένης του αναμειγμένου
    αιτιατική τον αναμειγμένο την αναμειγμένη το αναμειγμένο
     κλητική αναμειγμένε αναμειγμένη αναμειγμένο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι αναμειγμένοι οι αναμειγμένες τα αναμειγμένα
      γενική των αναμειγμένων των αναμειγμένων των αναμειγμένων
    αιτιατική τους αναμειγμένους τις αναμειγμένες τα αναμειγμένα
     κλητική αναμειγμένοι αναμειγμένες αναμειγμένα
Κατηγορία όπως «αγαπημένος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Μετοχή

επεξεργασία

αναμειγμένος, -η, -ο

  • άλλη μορφή του αναμεμειγμένος
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=αναμειγμένος&oldid=5356451"
Τελευταία επεξεργασία στις 3 Δεκεμβρίου 2021, στις 22:28

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 3 Δεκεμβρίου 2021, στις 22:28.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας