ανακοινώσιμος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ανακοινώσιμος < ανακοινώνω + -ιμος
Επίθετο
επεξεργασίαανακοινώσιμος
- που μπορεί να ανακοινωθεί
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τις λέξεις ανακοινώνω και κοινός
Μεταφράσεις
επεξεργασία ανακοινώσιμος
|