Ετυμολογία

επεξεργασία
αναδιοργανώνω < ανα- + διοργανώνω, μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική réorganiser

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /a.na.ði.oɾ.ɣaˈno.no/
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐να‐δι‐ορ‐γα‐νώ‐νω

αναδιοργανώνω (παθητική φωνή: αναδιοργανώνομαι)

Συνώνυμα

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία