ακετυλένιο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /a.ce.tiˈle.ni.o/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐κε‐τυ‐λέ‐νι‐ο
Ουσιαστικό
επεξεργασίαακετυλένιο ουδέτερο
- (χημεία) άλλη μορφή του ασετυλίνη
- ※ Το ακετυλένιο χρησιμοποιείται στη συγκόλληση των μετάλλων (οξυακετυλενική φλόγα). Παλαιότερα το ακετυλένιο αποτελούσε τη βάση για τη βιομηχανική παρασκευή πολλών οργανικών ενώσεων με μεγάλες πρακτικές εφαρμογές. Μετά το 1970 και μέχρι σήμερα, ο ρόλος του ακετυλενίου έχει περιοριστεί, αφού στις περισσότερες περιπτώσεις έχει αντικατασταθεί από το φτηνότερο αιθυλένιο.
- Χημεία Β' Λυκείου Γενικής Παιδείας, χ.χ. Ενότητα 2.6 Αλκίνια - αιθίνιο ή ακετυλένιο @ebooks.edu.gr, πρόσβαση:2024.12.15.
- ≋ ταυτόσημα: αιθίνιο, ασετυλίνη
- ※ Το ακετυλένιο χρησιμοποιείται στη συγκόλληση των μετάλλων (οξυακετυλενική φλόγα). Παλαιότερα το ακετυλένιο αποτελούσε τη βάση για τη βιομηχανική παρασκευή πολλών οργανικών ενώσεων με μεγάλες πρακτικές εφαρμογές. Μετά το 1970 και μέχρι σήμερα, ο ρόλος του ακετυλενίου έχει περιοριστεί, αφού στις περισσότερες περιπτώσεις έχει αντικατασταθεί από το φτηνότερο αιθυλένιο.
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία ακετυλένιο
|
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ ακετυλένιο - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας