Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αγγελοκάμωτος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
αγγελοκάμωτ
ος
η
αγγελοκάμωτ
η
το
αγγελοκάμωτ
ο
γενική
του
αγγελοκάμωτ
ου
της
αγγελοκάμωτ
ης
του
αγγελοκάμωτ
ου
αιτιατική
τον
αγγελοκάμωτ
ο
την
αγγελοκάμωτ
η
το
αγγελοκάμωτ
ο
κλητική
αγγελοκάμωτ
ε
αγγελοκάμωτ
η
αγγελοκάμωτ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
αγγελοκάμωτ
οι
οι
αγγελοκάμωτ
ες
τα
αγγελοκάμωτ
α
γενική
των
αγγελοκάμωτ
ων
των
αγγελοκάμωτ
ων
των
αγγελοκάμωτ
ων
αιτιατική
τους
αγγελοκάμωτ
ους
τις
αγγελοκάμωτ
ες
τα
αγγελοκάμωτ
α
κλητική
αγγελοκάμωτ
οι
αγγελοκάμωτ
ες
αγγελοκάμωτ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
αγγελοκάμωτος
<
άγγελος
+
καμωτός
(
φτιαγμένος
)
Επίθετο
επεξεργασία
αγγελοκάμωτος, -η, -ο
πολύ
όμορφος
, με
αγγελική
ομορφιά
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αγγελοκάμωτος