αγανάχτηση
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | αγανάχτηση | οι | αγαναχτήσεις |
γενική | της | αγανάχτησης | των | αγαναχτήσεων |
αιτιατική | την | αγανάχτηση | τις | αγαναχτήσεις |
κλητική | αγανάχτηση | αγαναχτήσεις | ||
Δείτε και την κλίση στο αγανάκτηση. | ||||
Κατηγορία όπως «παγκοσμιοποίηση» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- αγανάχτηση < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική ἀγανάχτηση < αρχαία ελληνική ἀγανάκτη(σις) + -ση και ανομοίωση άρθρωσης [kt] > [xt].[1] Συγκρίνετε με το αγανάκτηση.
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /a.ɣaˈna.xti.si/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐γα‐νά‐χτη‐ση
Ουσιαστικό
επεξεργασίααγανάχτηση θηλυκό
- (προφορικό) άλλη μορφή του αγανάκτηση
- ※ Και τώρα που ο πατέρας του είχε αποχωρήσει από τη ζωή, αφήνοντας χώρο στους άλλους να ανασάνουν με ελευθερία, δεν ήξερε αν έπρεπε να νιώθει ανακούφιση ή μεγαλύτερη αγανάχτηση, γιατί η δειλία του τον εμπόδισε, τον κράτησε μακριά, πριν προλάβει να τον τιμωρήσει, πριν πάρει την εκδίκηση του.
- Πέρσα Κουμούτση, Η επιστροφή, Αθήνα: Μεταίχμιο, 2019, σελ. 15. ISBN 9786180321333
- ※ Και τώρα που ο πατέρας του είχε αποχωρήσει από τη ζωή, αφήνοντας χώρο στους άλλους να ανασάνουν με ελευθερία, δεν ήξερε αν έπρεπε να νιώθει ανακούφιση ή μεγαλύτερη αγανάχτηση, γιατί η δειλία του τον εμπόδισε, τον κράτησε μακριά, πριν προλάβει να τον τιμωρήσει, πριν πάρει την εκδίκηση του.
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ αγανάχτηση - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Πηγές
επεξεργασία- αγανάκτηση - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)