Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο 'γαθεμός οι 'γαθεμοί
      γενική του 'γαθεμού των 'γαθεμών
    αιτιατική τον 'γαθεμό τους 'γαθεμούς
     κλητική 'γαθεμέ 'γαθεμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

'γαθεμός < αμάρτυρος τύπος *αγαθεμός < αγαθε(ύω) + -μός

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ɣa.θeˈmos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: 'γα‐θε‐μός

  Ουσιαστικό επεξεργασία

'γαθεμός αρσενικό (ιδιωματικό, Κάλυμνος)

Συγγενικά επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία

  • αγαθεμός -  Ἱστορικὸν Λεξικὸν τῆς Νέας Ἑλληνικῆς, τῆς τε κοινῶς ὁμιλουμένης καὶ τῶν ἰδιωμάτων (ΙΛΝΕ) της Ακαδημίας Αθηνών, online έως το λήμμα «δαχτυλωτός» (αναζήτηση, βραχυγραφίες). Έντυπη έκδοση: επτά τόμοι (1933‑2022) ως το λήμμα «δόγης»
    σελ.46, τόμος 1, 1933.