άτιτλος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | άτιτλος | η | άτιτλη | το | άτιτλο |
γενική | του | άτιτλου | της | άτιτλης | του | άτιτλου |
αιτιατική | τον | άτιτλο | την | άτιτλη | το | άτιτλο |
κλητική | άτιτλε | άτιτλη | άτιτλο | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | άτιτλοι | οι | άτιτλες | τα | άτιτλα |
γενική | των | άτιτλων | των | άτιτλων | των | άτιτλων |
αιτιατική | τους | άτιτλους | τις | άτιτλες | τα | άτιτλα |
κλητική | άτιτλοι | άτιτλες | άτιτλα | |||
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαάτιτλος, -η, -ο
- που δεν έχει τίτλο
- ※ τούτο το γράμμα αυτό είναι πιθανώς γραμμένο με την έκδοση του Ηχώ στο Χάος - αφού παραθέτει (και σχολιάζει) τους στ. 11-12 ενός άτιτλου ποιήματος αυτής της συλλογής (Νέα Εστία, Ι.Δ Κολλάρος και Σία, τόμος 113, 1982)
Συνώνυμα
επεξεργασίαΑντώνυμα
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη τίτλος