Χαμοστέρνα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Χαμοστέρνα | οι | Χαμοστέρνες |
γενική | της | Χαμοστέρνας | των | Χαμοστερνών |
αιτιατική | τη | Χαμοστέρνα | τις | Χαμοστέρνες |
κλητική | Χαμοστέρνα | Χαμοστέρνες | ||
Συνήθως στον ενικό | ||||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /xa.moˈsteɾ.na/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Χα‐μο‐στέρ‐να
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΧαμοστέρνα θηλυκό
- περιοχή της Αθήνας, στον Ταύρο
- ※ Στη θέση «Χαμοστέρνα» λοιπόν, στο παλαιό τουρκικό υδραγωγείο, πίσω ακριβώς από τις Φυλακές Συγγρού έδιναν το ραντεβού τους ο δάγκειος, ο τύφος και κάθε ασθένεια που ξεκινούσε από εκεί για να απλωθεί στην πόλη. (Ελευθέριος Σκιαδάς, Η «άγνωστη» Αθήνα: Χαμοστέρνα, Παλαιά-Νέα Σφαγεία και «Εντεράδικα», Τα Αθηναϊκά, 11 Απριλίου 2018)
Μεταφράσεις
επεξεργασία Χαμοστέρνα