Χαλκίδα
Ελληνικά (el) Επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Χαλκίδα | οι | Χαλκίδες |
γενική | της | Χαλκίδας | των | Χαλκίδων |
αιτιατική | τη | Χαλκίδα | τις | Χαλκίδες |
κλητική | Χαλκίδα | Χαλκίδες | ||
όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία Επεξεργασία
- Χαλκίδα < αρχαία ελληνική Χαλκίς
ΠροφοράΕπεξεργασία
Κύριο όνομαΕπεξεργασία
Χαλκίδα θηλυκό
Δείτε επίσηςΕπεξεργασία
- Χαλκίδα στη Βικιπαίδεια
ΜεταφράσειςΕπεξεργασία
Χαλκίδα