Πόλη
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Πόλη | ||
γενική | της | Πόλης | ||
αιτιατική | την | Πόλη | ||
κλητική | Πόλη | |||
Κατηγορία όπως «λύση» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Προφορά
επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ˈpo.li/
- ⓘ
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Πό‐λη
Ετυμολογία 1
επεξεργασία
- Πόλη < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασία
Πόλη θηλυκό
- (πόλη) η Κωνσταντινούπολη
- ※ Διονύσιος Ρώμας, 1906-1961. «Το ρεμπελιό των ποπολάρων» στις τριλογίες Περίπλους απόσπασμα@books.google
Εκφράσεις
επεξεργασία
Μεταφράσεις
επεξεργασία
Πόλη
|
Ετυμολογία 2
επεξεργασία
- Πόλη < → λείπει η ετυμολογία