τση
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- τση < → λείπει η ετυμολογία
Κλιτικός τύπος αντωνυμίας
επεξεργασίατση θηλυκό
- (ιδιωματικό όπως κρητικά, επτανησιακό ιδίωμα) της
- (προσωπική αντωνυμία)
- ⮡ τση έδωσα
- (κτητική αντωνυμία)
- ※ Διονύσιος Ρώμας, 1906-1961. «Το ρεμπελιό των ποπολάρων» στις τριλογίες Περίπλους απόσπασμα@books.google
- (προσωπική αντωνυμία)