Δείτε επίσης: τση

  Ετυμολογία

επεξεργασία
τσοι < φθογγική αντικατάσταση του ου με οι τους + οι

  Κλιτικός τύπος αντωνυμίας

επεξεργασία

τσοι

  • (ιδιωματικό): τους (Κρήτη, Νάξος)
    ⮡  το μπεζεστένι σείστηκε με τσοι πραματευτάδες