Προμηθεύς
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ὁ | Προμηθεύς | οἱ | Προμηθεῖς - Προμηθῆς* |
γενική | τοῦ | Προμηθέως | τῶν | Προμηθέων |
δοτική | τῷ | Προμηθεῖ | τοῖς | Προμηθεῦσῐ(ν) |
αιτιατική | τὸν | Προμηθέᾱ | τοὺς | Προμηθέᾱς |
κλητική ὦ! | Προμηθεῦ | Προμηθεῖς - Προμηθῆς* | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | Προμηθῆ1 ή Προμηθεῖ2 | ||
γεν-δοτ | τοῖν | Προμηθέοιν | ||
* αττικός τύπος 1 όπως στη Γραμματική του Smyth 2 όπως στη Γραμματική Γυμνασίου-Λυκείου Οικονόμου. | ||||
3η κλίση, ομάδα 'βασιλεύς', Κατηγορία 'βασιλεύς' όπως «βασιλεύς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Προμηθεύς < προμηθής (προνοητικός, προβλεπτικός και συνετός) + -εύς
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΠρομηθεύς αρσενικό (& δωρικός τύπος : Προμαθεύς)
- ανδρικό όνομα
- (ελληνική μυθολογία) ένας από τους Τιτάνες, γιος του Ιαπετού και αδερφός του Άτλαντα και του Επιμηθέα, που συνέβαλε -σύμφωνα με το μύθο- στην εξέλιξη του ανθρώπινου πολιτισμού
- ※ ἀπορίᾳ οὖν σχόμενος ὁ Προμηθεὺς ἥντινα σωτηρίαν τῷ ἀνθρώπῳ εὕροι, κλέπτει Ἡφαίστου καὶ Ἀθηνᾶς τὴν ἔντεχνον σοφίαν σὺν πυρί (Πλάτων, Πρωταγόρας, 321c-d)
- Ο Προμηθέας λοιπόν ήταν σε μεγάλη συλλογή, τι μέσο προστασίας να εφεύρει για τον άνθρωπο. Κλέβει τότε κι αυτός την τεχνολογική σοφία του Ήφαιστου και της Αθηνάς και τη φωτιά μαζί.
- (στον πληθυντικό) οἱ Προμηθεῖς: οι κεραμείς, οι πηλουργοί, όσοι δουλεύουν και ψήνουν τον πηλό
- ※ Ἀθηναῖοι τοὺς χυτρέας καὶ ἰπνοποιοὺς καὶ πάντας, ὅσοι πηλουργοί, Προμηθέας ἀπεκάλουν ἐπισκώπτοντες ἐς τὸν πηλὸν καὶ τὴν ἐν πυρὶ οἶμαι τῶν σκευῶν ὄπτησιν
- ※ ἀπορίᾳ οὖν σχόμενος ὁ Προμηθεὺς ἥντινα σωτηρίαν τῷ ἀνθρώπῳ εὕροι, κλέπτει Ἡφαίστου καὶ Ἀθηνᾶς τὴν ἔντεχνον σοφίαν σὺν πυρί (Πλάτων, Πρωταγόρας, 321c-d)
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Προμηθεύς στη Βικιπαίδεια
- Ο αστεροειδής 1809 Προμηθεύς (1809 Prometheus), που ανακαλύφθηκε το 1960, πήρε το όνομά του από τον ομώνυμο Τιτάνα