Δείτε επίσης: πλατανιώτισσα

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Πλατανιώτισσα οι Πλατανιώτισσες
      γενική της Πλατανιώτισσας των Πλατανιωτισσών
    αιτιατική την Πλατανιώτισσα τις Πλατανιώτισσες
     κλητική Πλατανιώτισσα Πλατανιώτισσες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Πλατανιώτισσα < Πλατανιώτ(ης) + κατάληξη θηλυκού -ισσα

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /pla.taˈɲo.ti.sa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Πλα‐τα‐νιώ‐τισ‐σα

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Πλατανιώτισσα θηλυκό

  1. (πατριδωνυμικό) θηλυκό του Πλατανιώτης
     συνώνυμα: Πλατανίτισσα
  2. οικισμός της Αχαΐας
     συνώνυμα: Κλαπατσούνα
  3. προσωνυμία της Παναγίας σε μονή στο παραπάνω χωριό

Συγγενικά επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε Πλατανιώτης