πτώσεις       ενικός      
ονομαστική ο Μπόμπος
      γενική του Μπόμπου
    αιτιατική τον Μπόμπο
     κλητική Μπόμπο
Κατηγορία όπως «υπνάκος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία 1

επεξεργασία
Μπόμπος < μπόμπος, αβέβαιης ετυμολογίας, παιδική γλώσσα

Κύριο όνομα

επεξεργασία

Μπόμπος αρσενικό

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Ετυμολογία 2

επεξεργασία
Μπόμπος < ενδεχομένως από το μπόμπος, ως παρωνύμιο  Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Μπόμπος οι Μπόμποι
      γενική του Μπόμπου των Μπόμπων
    αιτιατική τον Μπόμπο τους Μπόμπους
     κλητική Μπόμπο Μπόμποι
Προφέρεται ως παροξύτονο με συνίζηση στην κατάληξη.
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Τσέλιος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Κύριο όνομα

επεξεργασία