Μπεσχένι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | Μπεσχένι | τα | Μπεσχένια |
γενική | του | Μπεσχενιού & Μπεσχενίου |
των | Μπεσχενιών & Μπεσχενίων |
αιτιατική | το | Μπεσχένι | τα | Μπεσχένια |
κλητική | Μπεσχένι | Μπεσχένια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. Οι δεύτεροι τύποι της γενικής, λόγιοι, παλιότεροι. Συνήθως στον ενικό | ||||
Κατηγορία όπως «καράτι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Μπεσχένι < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /beˈsçe.ni/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μπε‐σχέ‐νι
- ομόηχο: Μπεσχένη
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΜπεσχένι ουδέτερο
- (παρωχημένο) χωριό της Βοιωτίας, πρώην ονομασία του Παρορίου[1]
Συγγενικά
επεξεργασία- Μπεσχένης (επώνυμο)
- Μπεσχενιώτης, Μπεσχενιώτισσα