Μπανγκλαντές
Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- Μπανγκλαντές < μπενγκάλι বাংলাদেশ (baṅladeś)• Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
ΠροφοράΕπεξεργασία
- ΔΦΑ : /ban.glaˈdes/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μπαν‐γκλα‐ντές
Κύριο όνομαΕπεξεργασία
Μπανγκλαντές ουδέτερο άκλιτο
- κράτος της νότιας Ασίας
- ※ Το Σαβάρ είναι ένα γκρίζο προάστιο της Ντάκα, στο Μπανγκλαντές, γεμάτο εργοστάσια που παράγουν ρούχα για μεγάλες δυτικές μάρκες. Οι κανονισμοί είναι εδώ συχνά ανεφάρμοστοι, ο έλεγχος ανύπαρκτος και οι άνθρωποι που ασκούν εξουσία κυκλοφορούν με ένοπλη συνοδεία.
- ΝΥ Times: Ο πιο μισητός άνθρωπος του Μπαγκλαντές, Η Καθημερινή, 2 Μαΐου 2013
- ※ Το Σαβάρ είναι ένα γκρίζο προάστιο της Ντάκα, στο Μπανγκλαντές, γεμάτο εργοστάσια που παράγουν ρούχα για μεγάλες δυτικές μάρκες. Οι κανονισμοί είναι εδώ συχνά ανεφάρμοστοι, ο έλεγχος ανύπαρκτος και οι άνθρωποι που ασκούν εξουσία κυκλοφορούν με ένοπλη συνοδεία.
Άλλες μορφέςΕπεξεργασία
Επεξεργασία
Δείτε επίσηςΕπεξεργασία
ΜεταφράσειςΕπεξεργασία
Μπανγκλαντές