Μπαγκντασαρίδης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Μπαγκντασαρίδης | οι | Μπαγκντασαρίδηδες |
γενική | του | Μπαγκντασαρίδη* | των | Μπαγκντασαρίδηδων |
αιτιατική | τον | Μπαγκντασαρίδη | τους | Μπαγκντασαρίδηδες |
κλητική | Μπαγκντασαρίδη | Μπαγκντασαρίδηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Μπαγκντασαρίδου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Μπαγκντασαρίδης < αρμενική Բաղդասարյան (Baġdasaryan, Μπαγντασαριάν, Μπαγδασαριάν) ή αντίστοιχη ρωσική Багдасарян (Bagdasarján) (πατρωνυμικό). Ελληνοποιημένη μορφή του αρμενικού επωνύμου, κατά το Πετροσίδης, με αντικατάσταση της αρχικής κατάληξης -ιάν με την ελληνική (ποντιακή) πατρωνυμική κατάληξη -ίδης. Μορφολογικά αναλύεται σε Μπαγκντασάρ + -ίδης.
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΜπαγκντασαρίδης αρσενικό (θηλυκό Μπαγκντασαρίδη ή Μπαγκντασαρίδου)