Μπαγντασάρ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία 1
επεξεργασίαΚύριο όνομα
επεξεργασίαΜπαγντασάρ αρσενικό ή θηλυκό, άκλιτο
- επώνυμο (ανδρικό ή γυναικείο)
- ※ Του Σέργιου Μπαγντασάρ […]. Γεννήθηκα στην Ουκρανία, κατακρίβειαν στην, πρόσφατα τότε, διασπασμένη Σοβιετική Ένωση. Ουκρανικά δεν ήξερα, μια ζωή ρωσικά μιλούσα […]. Μετά μετακόμισα στην δεύτερή μου πατρίδα, την Κύπρο. Τέλειωσα το σχολείο, απολύθηκα και από τον στρατό, τώρα σπουδάζω.
- «Be my guest. “Μόνο που έχει ένα ελάττωμα, ξέρει να σκέφτεται”», Skala Times.com (Λάρνακα), 10 Ιουλίου 2014· πρόσβαση: 2023-10-26.
- ※ Του Σέργιου Μπαγντασάρ […]. Γεννήθηκα στην Ουκρανία, κατακρίβειαν στην, πρόσφατα τότε, διασπασμένη Σοβιετική Ένωση. Ουκρανικά δεν ήξερα, μια ζωή ρωσικά μιλούσα […]. Μετά μετακόμισα στην δεύτερή μου πατρίδα, την Κύπρο. Τέλειωσα το σχολείο, απολύθηκα και από τον στρατό, τώρα σπουδάζω.
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταγραφές
επεξεργασίαως ελληνικό επώνυμο:
Ετυμολογία 2
επεξεργασία- Μπαγντασάρ < μεταγραφή για την αρμενική Բաղդասար (Baġdasar)
Μεταγραφή
επεξεργασίαΜπαγντασάρ αρσενικό, άκλιτο