Μιγδάνης
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Μιγδάνης < Μεγδάνης < σλαβικής προέλευσης megdan + -ης < τουρκική meydan < οθωμανική τουρκική میدان (meydan) < περσική میدان (meydân) (πλατεία, πεδίο) < αραβική ميدان (maydān) (τετράγωνο, πεδίο)
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /miɣˈðanis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μι‐γδά‐νης
Κύριο όνομα επεξεργασία
Μιγδάνης αρσενικό (θηλυκό: Μιγδάνη)