Λιδορίκι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | Λιδορίκι | τα | Λιδορίκια |
γενική | του | Λιδορικιού & Λιδορικίου |
των | Λιδορικιών & Λιδορικίων |
αιτιατική | το | Λιδορίκι | τα | Λιδορίκια |
κλητική | Λιδορίκι | Λιδορίκια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. Οι δεύτεροι τύποι της γενικής, λόγιοι, παλιότεροι. Κανονικά, στον ενικό. | ||||
Κατηγορία όπως «καράτι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /li.ðoˈɾi.ci/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Λι‐δο‐ρί‐κι
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΛιδορίκι ουδέτερο
- χωριό της Φωκίδας
- ※ Οι Βενετοί λοιπόν και οι Έλληνες ετοιμάζονται τώρα ν’ αντιμετωπίσουν τον Γερακάρη. Έτσι κατά τον Μάρτιο του 1689 συγκροτούνται δύο στρατόπεδα, στην Κεντρική και Δυτική Στερεά Ελλάδα, κυρίως από πρόσφυγες Αθηναίους και Ευβοείς, αλλά και από Κορινθίους και άλλους Πελοποννησίους: το πρώτο, με έδρα το Λιδορίκι και υπό την διοίκηση του Ηλία Δαμιάνοβιτς, περιελάμβανε τα αρματολίκια του Κούρμα και Μεϊντάνη, ενώ το άλλο, με έδρα το Καρπενήσι υπό τον Μποσίνα, τον Βίτο και τον Λουμπόζοβιτς, τα αρματολίκια του Σπανού και Χορμόπουλου. (Απόστολος Βακαλόπουλος, Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, τ. Γʹ, Τουρκοκρατία (1453–1669): Οι αγώνες για την πίστη και την ελευθερία, Θεσσαλονίκη 1968, σελ. 29)
Άλλες γραφές
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία- Λιδορίκι στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
επεξεργασίαΑναφορές
επεξεργασία- ↑ Ανδριώτης, Ν. (15 Ιουνίου 1944), «Λιδορίκι και Λιδορίκης», Νέα Εστία, τόμος 35, τεύχος 409, σελ. 601