Λευτεροχώρι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | Λευτεροχώρι | τα | Λευτεροχώρια |
γενική | του | Λευτεροχωρίου | των | Λευτεροχωρίων |
αιτιατική | το | Λευτεροχώρι | τα | Λευτεροχώρια |
κλητική | Λευτεροχώρι | Λευτεροχώρια | ||
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση. Συνήθως στον ενικό | ||||
Κατηγορία όπως «μίλι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- Λευτεροχώρι < λεύτερ(ος) + -ο- + -χώρι
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /le.fte.ɾoˈxo.ɾi/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Λευ‐τε‐ρο‐χώ‐ρι
Κύριο όνομα επεξεργασία
Λευτεροχώρι ουδέτερο
- ονομασία οικισμών της Ελλάδας, άλλη μορφή του Ελευθεροχώρι
Μεταφράσεις επεξεργασία
Λευτεροχώρι
Πηγές επεξεργασία
- Οικονόμου, Κώστας Ευ. (2002). Τα οικωνύμια του νομού Ιωαννίνων: γλωσσολογική εξέταση. Ιωάννινα: Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ιωαννίνων., σ. 109-110