Κυριάκι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | Κυριάκι | τα | Κυριάκια |
γενική | του | Κυριακίου | των | Κυριακίων |
αιτιατική | το | Κυριάκι | τα | Κυριάκια |
κλητική | Κυριάκι | Κυριάκια | ||
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση. Συνήθως στον ενικό | ||||
Κατηγορία όπως «μίλι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Κυριάκι < όνομα Κυριάκ(ος) + -ι[1]
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ciɾˈʝa.ci/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κυ‐ριά‐κι
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚυριάκι ουδέτερο
Συγγενικά
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασίαΑναφορές
επεξεργασία- ↑ Γεώργιος Ι. Στούκης, Τοπωνύμια Κυριακίου Βοιωτίας, Ελληνική Ονοματολογική Εταιρεία]