Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Κουκουμτζής οι Κουκουμτζήδες
      γενική του Κουκουμτζή των Κουκουμτζήδων
    αιτιατική τον Κουκουμτζή τους Κουκουμτζήδες
     κλητική Κουκουμτζή Κουκουμτζήδες
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Ραγκαβής (κλίση: μπαλωματής)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Κουκουμτζής < κουκουμτζής(Χρειάζεται τεκμηρίωση…) < τουρκική güğüm (γκιούμι, κανάτα, δοχείο) + -τζής → δείτε και τις λέξεις , κούκουμα και κούκκουμα (θηλυκό, κανάτα, πιθάρι) < (ελληνιστική κοινή) κοκούμιον (λέβητας, χύτρα για ζέσταμα υγρού) (Χρειάζεται τεκμηρίωση…)

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ku.kumˈd͡zis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Κου‐κουμ‐τζής

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Κουκουμτζής αρσενικό (θηλυκό Κουκουμτζή)

Μεταγραφές επεξεργασία