Κονιάκος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /koˈɲa.kos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κο‐νιά‐κος
Ετυμολογία 1
επεξεργασία- Κονιάκος < τουρκική konak[1]• Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚονιάκος αρσενικό
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασίαΕτυμολογία 2
επεξεργασία- Κονιάκος < + -άκος • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚονιάκος αρσενικό (θηλυκό Κονιάκου)