Καλούδης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Καλούδης < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική Καλούδης, ήδη από τον 13ο αιώνα κε[1] < + -ούδης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /kaˈlu.ðis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κα‐λού‐δης
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚαλούδης αρσενικό (θηλυκό Καλούδη)
Συγγενικά
επεξεργασίαεπώνυμα:
Μεταγραφές
επεξεργασίαΑναφορές
επεξεργασία- ↑ Καλούδης - ⌘PLP - Prosopographisches Lexikon der Palaiologenzeit [Προσωπογραφικό λεξικό της εποχής των Παλαιολόγων] (1261-1453) στα γερμανικά. Επιμ. ⌘ Trapp, Erich, Österreichische Akademie der Wissenschaften (ÖAW, Αυστριακή Ακαδημία Επιστημών), τόμοι 15, 1976‑1995 (συντομογραφίες)