Ιερώνυμος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Ιερώνυμος | οι | Ιερώνυμοι |
γενική | του | Ιερώνυμου & Ιερωνύμου |
των | Ιερώνυμων & Ιερωνύμων |
αιτιατική | τον | Ιερώνυμο | τους | Ιερώνυμους & Ιερωνύμους |
κλητική | Ιερώνυμε | Ιερώνυμοι | ||
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι. | ||||
Κατηγορία όπως «καρδινάλιος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Ιερώνυμος < αρχαία ελληνική Ἱερώνυμος
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /i.eˈɾo.ni.mos/
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΙερώνυμος αρσενικό
Μεταφράσεις
επεξεργασία Ιερώνυμος
|