Θρακομακεδόνας
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /θɾa.ko.ma.ceˈðo.nas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Θρα‐κο‐μα‐κε‐δό‐νας
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΘρακομακεδόνας αρσενικό (θηλυκό Θρακομακεδόνισσα)
- (πατριδωνυμικό) που κατοικεί ή κατάγεται από τη Θράκη ή τη Μακεδονία
- ※ «Ἔξω οἱ προδόται… Ἔξω οἱ κομμούνες… Κάτω οἱ κοκκινόσποροι Θρακομακεδόνες… Νά πᾶτε στή Μόσχα…» (Τάσος Αθανασιάδης, Τα παιδιά της Νιόβης books.google. Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», 1988, τόμ. 4, σελ. 39)
Συγγενικά
επεξεργασία- Θρακομακεδόνες (τοπωνύμιο)
Μεταφράσεις
επεξεργασία Θρακομακεδόνας