Θεανώ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Θεανώ | ||
γενική | της | Θεανώς & Θεανούς | ||
αιτιατική | τη | Θεανώ | ||
κλητική | Θεανώ | |||
Η γενική ενικού -ούς είναι λόγια, αρχαιόπρεπη. | ||||
Κατηγορία όπως «ηχώ» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Θεανώ < αρχαία ελληνική Θεανώ
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /θe.aˈno/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Θε‐α‐νώ
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΘεανώ θηλυκό
- γυναικείο όνομα
- μία από τις 50 Δαναϊδες που της έδωσαν ως σύζυγο τον αιγύπτιο Φάντη και τον σκότωσε κατά την πρώτη νύχτα του γάμου τους
- αδελφή της Εκάβης και σύζυγος του Αντήνορα κατά τον Τρωϊκό πόλεμο
- σύζυγος του φιλόσοφου Πυθαγόρα τον οποίο παντρεύτηκε στη Σάμο και απέκτησε μαζί του τρία παιδιά, τον Τηλαύγη, τον Μνήσαρχο και την Μυία. Με το ίδιο όνομα αναφέρεται και μαθήτρια του Πυθαγόρα, αλλά ίσως πρόκειται για ταυτοπροσωπία
- σύζυγος του βασιλιά της Σπάρτης Κλεόμβροτου και μητέρα του Παυσανία, η οποία σύμφωνα με την παράδοση συνέβαλε στην εκτέλεση της θανατικής ποινής του γιού της όταν αυτός καταδικάσθηκε για προδοσία
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Θεανώ στη Βικιπαίδεια