Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το Ζέλι τα Ζέλια
      γενική του Ζελίου των Ζελίων
    αιτιατική το Ζέλι τα Ζέλια
     κλητική Ζέλι Ζέλια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «μίλι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
 
Άποψη του Ζελίου

  Ετυμολογία επεξεργασία

Ζέλι < λείπει η ετυμολογία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈze.li/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Ζέ‐λι

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Ζέλι ουδέτερο

  1. χωριό της Φθιώτιδας
  2. (παρωχημένο) χωριό της Φθιώτιδας, πρώην ονομασία του Ζηλευτού[1]

Συγγενικά επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. ΦΕΚ 206 Α, 28 Σεπτεμβρίου 1927