Επανωχώρι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | Επανωχώρι | τα | Επανωχώρια |
γενική | του | Επανωχωρίου | των | Επανωχωρίων |
αιτιατική | το | Επανωχώρι | τα | Επανωχώρια |
κλητική | Επανωχώρι | Επανωχώρια | ||
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση. Συνήθως στον ενικό | ||||
Κατηγορία όπως «μίλι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Επανωχώρι < καθαρεύουσα Ἐπανωχώριον. Μορφολογικά αναλύεται σε επάνω + -χώρι
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /e.pa.noˈxo.ɾi/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ε‐πα‐νο‐χώ‐ρι
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΕπανωχώρι ουδέτερο
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Επανωχώρι στη Βικιπαίδεια