Δροσοχώρι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | Δροσοχώρι | τα | Δροσοχώρια |
γενική | του | Δροσοχωρίου | των | Δροσοχωρίων |
αιτιατική | το | Δροσοχώρι | τα | Δροσοχώρια |
κλητική | Δροσοχώρι | Δροσοχώρια | ||
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση. Συνήθως στον ενικό | ||||
Κατηγορία όπως «μίλι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ðɾo.soˈxo.ɾi/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Δρο‐σο‐χώ‐ρι
Κύριο όνομα επεξεργασία
Δροσοχώρι ουδέτερο