Διονυσοβούνι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | Διονυσοβούνι | τα | Διονυσοβούνια |
γενική | του | Διονυσοβουνίου | των | Διονυσοβουνίων |
αιτιατική | το | Διονυσοβούνι | τα | Διονυσοβούνια |
κλητική | Διονυσοβούνι | Διονυσοβούνια | ||
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση. Συνήθως στον ενικό | ||||
Κατηγορία όπως «μίλι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- Διονυσοβούνι < Διόνυσ(ος) + -ο- + βουν(ό) + -ι
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ðʝo.ni.soˈvu.ni/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Διο‐νυ‐σο‐βού‐νι
Κύριο όνομα επεξεργασία
Διονυσοβούνι ουδέτερο
Μεταφράσεις επεξεργασία
Διονυσοβούνι
Αναφορές επεξεργασία
- ↑ Νίκος Νέζης, Τοπωνυμικά της Αττικής, Αθήνα: Ανάβαση, 2013, σελ. 210